Δημοτικές Ενότητες

Ο Δήμος Αγιάς αποτελείται από 4 Δημοτικές Ενότητες και η κάθε μία από αρκετές Τοπικές Κοινότητες, που όλες μαζί απαρτίζουν τον Δήμο Αγιάς:

H Αγιά είναι η έδρα του ομώνυμου Δήμου με πληθυσμό 3027 κατοίκους και βρίσκεται στους πρόποδες του Κισσάβου, σε υψόμετρο 250 μ. στο καταπράσινο Δώτιο πεδίο. Απέχει από τη Λάρισα 37 χλμ. Τη διασχίζει ο χείμμαρος Άμυρος που πηγάζει από τις υπώρειες του Κισσάβου.

Η μορφολογία του εδάφους και η ευφορία του τόπου στάθηκαν οι αιτίες της πρώιμης- στους προϊστορικούς χρόνους – κατοίκησης του χώρου της Αγιάς.

Ο προϊστορικός οικισμός της Αγιάς χρονολογείται στην πρώιμη και μέση εποχή του χαλκού. Βρίσκεται στη θέση Κωσταρή, περίπου 1 χλμ. ανατολικά της Αγιάς, 300μ. βορειοδυτικά από το εξωκκλήσι του Αγ. Αθανασίου. Πρόκειται για έναν εμφανή λόφο με ομαλή πρόσβαση από νότο ενώ βόρεια και ανατολικά του διέρχεται το ρεύμα της Περιστεριάς. Αλλεπάλληλοι περίβολοι με ξηρολιθιά, αποτελούν τα όρια των σημερινών χωραφιών και υποβαστάζουν βαθμιδωτά άνδηρα.

Το όνομα Αγιά προήλθε από το Αγυιά (=δρόμος), και παλαιότερα σχετίζονταν με τον Απόλλωνα Αγυιάτη.

Άλλοι συγγραφείς, υποστήριξαν ότι το τοπωνύμιο πρέπει να συναφθεί με την αραβοτουρκική λέξη ajan που σημαίνει κεφαλοχώρι, έδρα των προκρίτων και άλλοι το ετυμολόγησαν από το επίθετο αγία με παράλειψη κάποιου ουσιαστικού. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας αναφέρεται από σουηδό περιηγητή του 1779 και τον Ι. Οικονόμου ως Γενιτζέ.

Κατά τη διάρκεια του έτους οι Αγιώτες ασχολούνται με τις αγροτικές εργασίες, κυρίως με την παραγωγή μήλων, αχλαδιών και κερασιών, τα οποία καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις στο εμπόριο. Η Αγιά είναι επίσης η πατρίδα του λόγιου μοναχού Μεθόδιου Ολύμπου.

Σε μικρή απόσταση από τη Αγιά βρίσκεται ο Αετόλοφος (Δεσιάνη). Σε απόσταση 42χλμ από την Λάρισα. Κατά μια άποψη ταυτίζεται με τη βυζαντινή πόλη Βέσαινα. Οι λόφοι “Αετός” και “Ανάληψη” ταυτίζονται από ερευνητές με τους Διδύμους Κολωνούς.

Στη Δεσιάνη παραθέριζε ο γιος του Αλή Πάσα, Βέλης, οπού είχε σεράι με περιβολή και τετράγωνη δεξαμενή με ένα «κιόσκι» στο κέντρο. Νοτιανατολικά του χωριού βρίσκονταν ο διαλυμένος πια οικισμός Γρούβιανης. Τα πανηγύρια του Δεκαπενταύγουστου δίνουν χαρούμενο τόνο στην καρδιά του καλοκαιριού.

Aνάμεσα στον Αετόλοφο και το Γερακάρι βρίσκεται το χωριό Ανάβρα με παλαιότερη ονομασία Δογάνη. Χτισμένο σε υψόμετρο 100μ., βρίσκεται σε απόσταση 30χλμ από την Λάρισα. Οφείλει την παλιά της ονομασία στην ιταλική λέξη dogana=τελωνείο, επειδή έλεγχε την είσοδο από την Κάρλα στην Αγιά για την μεταφορά των ψαριών της λίμνης, ή στην αλβανική λέξη για τον καπνό.

Νότια του χωριού εντοπίστηκαν ευρήματα της Χαλκοκρατίας, κλασσικά, βυζαντινά και μεταβυζαντινά. Οι κάτοικοι πανηγυρίζουν στις 26/7 της Αγ. Παρασκευής, και 2/5 του Αγ. Αθανασίου. Ο ναός του διαθέτει πέτρινο καμπαναριό και φορητές εικόνες του 1858-1872. Ο ερειπωμένος πύργος Χαϊνταρλή μέσα στο χωριό, είναι χτισμένο από άγνωστους τεχνίτες.

Σε απόσταση 34χλμ από την Λάρισα βρίσκεται το Γερακάρι γεμάτο με θρησκευτικά μνημεία. Η ονομασία του χωριού συνδέεται με το γεράκι, αλλά υπάρχει και ετυμολογία: το Γερακαριό ή Γερακάρι από την ιερά Καρνεία ή ιερά Καρυά. Βρίσκεται κοντά στο ερειπωμένο χωριό Βαθύρεμα και στο Παλαιόκαστρο (αρχαία Λακερεία).

Στις 3 Μαΐου 1943 κάηκε από τους Ναζί. Στις 25/3 πραγματοποιείται θρησκευτική εορτή με λιτανεία θαυματουργής εικόνας. Στη θέση της νέας γέφυρας Βαθυρέματος προς Αγιά βρίσκεται παλιό θολωτό γεφύρι που θεωρείται το παλαιότερο της Θεσσαλίας.

Στα 600μ, σε πλάτωμα του Κισσάβου βρίσκεται το Μεγαλόβρυσο (Νιβόλιανη= ουράνια πόλη). Χαρακτηρίζεται ως παραδοσιακός οικισμός, ακόμη και τα σπίτια του χαρακτηρίζονται από ομοιομορφία ως προς το χρώμα τους. Χτισμένο πάνω σε δυο λοφοσειρές στις πλαγιές της Όσσας, 7χλμ από την Αγιά και 43χλμ από την Λάρισα.

Οι κάτοικοι ασχολούνται με την γεωργία, την δενδροκομία και την κτηνοτροφία. Η βρύση “Μεσοχώρι” κοσμεί το χωριό, ενώ η πηγή “Μεγάλη Βρύση” που το υδρεύει και το αρδεύει, θα αποζημιώσει τον επισκέπτη που έχει πρόσβαση τόσο με τα πόδια όσο και με το αυτοκίνητο.

Η θέα από τη θέση “Καραούλι, 200μ έξω από το χωριό προσφέρει επαφή με παρθένα κυριολεκτικά φύση. Από το χωριό έχετε θέα στο Αιγαίο, τον κάμπο της Αγιάς, το Μαυροβούνι, το Πήλιο, τον Θεσσαλικό κάμπο, τις Σποράδες και με καθαρή ατμόσφαιρα την Χερσόνησο του Άθω.

Δίπλα στην Αγιά στο 1,5χλμ, βρίσκεται το Μεταξοχώρι (Ρέτσιανη), γνωστό για την παραγωγή μεταξιού και ένας από τους πέντες παραδοσιακούς οικισμούς του νομού. Στην περιοχή βρέθηκαν επιτύμβιες στήλες από τα ρωμαϊκά και ελληνιστικά χρόνια.

Οι κάτοικοι του ασχολούνται κυρίως με την καλλιέργεια μήλου και κερασιού και σε μικρότερες εκτάσεις καλλιεργείται η αχλαδιά, η φουντουκιά, η ελιά, η ροδακινιά κ.λπ. Υδρεύεται και αρδεύεται από την πηγή «Κρυονέρι», που βρίσκεται μέσα στο τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με βαθύσκιωτα πλατάνια.

Στο χωριό ρέει ο ποταμός Άμυρος, που ξεκινάει από τον Κίσσαβο και χύνεται στην λίμνη Κάρλα. Το χωριό χωρίζεται στα δυο με μικρό ρέμα και ένα μικρό γεφυράκι ενώνει τα δύο τμήματα του στο ύψος της πλατείας.

Πηγή ζωής για την περιοχή αποτελούν τα δάση που περιβάλλουν τον οικισμό. Με αρκετά παραδοσιακά σπίτια, αρχοντικά τα περισσότερα, με πλούσια ιστορία και παράδοση. Αποκαλείται πια και το «χωριό των καλλιτεχνών» γιατί πολλοί καλλιτέχνες το επισκέπτονται ή έχουν σπίτι.

Τέλος στο Μεταξοχώρι στεγάζεται το Γενικό Αρχείο του Κράτους (Γ.Α.Κ.)- Τοπικό Αρχείο Αγιάς το οποίο στεγάζεται στο πρώην Δημοτικό Σχολείο.

Το χωριό Νερόμυλοι βρίσκεται στους πρόποδες του Κισσάβου σε υψόμετρο 200μ. και απόσταση 29χλμ από την Λάρισα.

Γνωστοί για τις ντριστέλλες, νεροτριβές των αδελφών Χονροδήμου, οι πηγές των οποίων εντοπίζονται μέσα στη ρεματιά που διασχίζει το χωριό και πηγάζει από τον Κίσσαβο.

Οι κάτοικοι ασχολούνται με την δενδροκομία, την κτηνοτροφία και την αξιοποίηση των νεροτριβών.

Κάθε Αύγουστο γίνεται η 2μερη Γιορτή Μηλίτη Οίνου. Προσφέρονται όλα τα παράγωγα από επεξεργασία μήλου, με πολιτιστικές εκδηλώσεις και γλέντι ενώ στο Πολιτιστικό Κέντρο υπάρχει πλούσια λαογραφική συλλογή και καλλιτεχνικές δημιουργίες ντόπιων δημιουργών.

Το χωριό Ποταμιά βρίσκεται σε απόσταση 7χλμ από τη Αγιά στον παλιό δρόμο Αγιάς-Αγιοκάμπου. Χτισμένο στα ριζά του Μαυροβουνίου, με αξιόλογη βλάστηση από πλατανοδάση και καστανοδάση, με θαυμάσια διαμορφωμένους χώρους αναψυχής σε Καμάρα και Βρύσες.

“Αποκομμένη” σχεδόν από τα υπόλοιπα χωριά του Δήμου Αγιάς, η Έλαφος (παλαιότερα Βουλγαρίνη από τον κτήτορα του, Βούλγαρη). Το νεότερο όνομα Έλαφος δόθηκέ εξαιτίας του θρύλου ενός ελαφιού που εμφανιζόταν πίσω από το ιερό του ναού στο πανηγύρι της Ανάληψης και αποτελούσε το γεύμα των πανηγυριστών.

Χτισμένο στις πλαγιές του Μαυροβουνίου περιβάλλεται από πυκνό δάσος δρυός και οξιάς. Το δάσος «Μαυροβούνιο» στην καρδιά του χωριού, ελκύει το ενδιαφέρον μας, καθώς είναι κατάφυτο με δρυς, οξιές κ.α.

Αξιόλογο θρησκευτικό μνημείο η Μονή Καμπάνας του 19ου αιώνα. Εκεί πανηγυρίζουν το Δεκαπενταύγουστο με θρησκευτικές εκδηλώσεις. Εξω από την Έλαφο, 4χλμ, στη θέση “Σκοτωμένοι”, βρίσκεται μνημείο για τη θυσία των προκριτών του χωριού το 1878.

Η Καρίτσα, φημισμένη για την πλούσια και ποιοτική παραγωγή κάστανου – μάλιστα κάθε Οκτώβριο οργανώνεται Γιορτή Κάστανου – ατενίζει το Αιγαίο σκαρφαλωμένη στις πλαγιές του Κισσάβου. Η ομορφιά της απαράμιλλη… Σπίτια παραδοσιακά, αυλές λουλουδιασμένες, στενά πλακόστρωτα δρομάκια. Και παντού πράσινο… Με ψηλά δένδρα να χαρίζουν απλόχερα τον ίσκιο τους κι έναν τεράστιο πλάτανο στο κέντρο του χωριού, να δροσίζει τους μόνιμους κατοίκους και τους επισκέπτες της τις θερμές μέρες του καλοκαιριού.

Αγκαλιασμένη με τον μοναδικής ομορφιάς δασικό χώρο του Αριόπρινου, με τα τιτιβίσματα των πουλιών και την υποβλητικότητα του βουνού, η Καρίτσα κατηφορίζει ως την απέραντοσύνη της θάλασσας και βρέχεται απο τις ακρογιαλιές της Πλατιάς Άμμου, της Παναγίας, του Ψαρόλακα και του Πηγαδιού. Λέγεται, μάλιστα, ότι η αρχική θέση της Καρίτσας ήταν σ’αυτές τις ακτές, όμως οι κάτοικοί της μάλλον αναγκάστηκαν να χτίσουν ψηλότερα τις κατοικίες τους εξαιτίας των πειρατών, στη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Η Καρίτσα, μπορεί να φιλοξενήσει τους επισκέπτες της, όλες τις εποχές του χρόνου, καθώς λειτουργούν δύο άρτια οργανωμένα ξενοδοχεία, ενώ το καλοκαίρι διατίθενται αρκετά επιπλωμένα δωμάτια και διαμερίσματα. Στις ταβέρνες του χωριού δε, θα γευτούν νόστιμιές που θα τους μείνουν αξέχαστες.

Το Στόμιο, για αρκετές δεκαετίες, αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο των παραλιών του νομού Λάρισας. Ευνοημένο απο τους Θεούς, είναι τόπος χαρισματικός, με μαγευτική θάλασσα, χρυσαφένιες παραλίες και εύκολη πρόσβαση στον Κίσσαβο. Για αρκετά χρόνια, σαγήνευσε κυρίως οικογένειες. Τελευταία όμως, χάρις στις προσπάθειες του Δήμου, αρχίζει να γίνεται πόλος έλξης και της νεολαίας.

Προσφέροντας τις ανέσεις ενός σύγχρονου τουριστικού προορισμού, διαθέτει άρτιες εξοπλισμένες ξενοδοχειακες μονάδες, εκατοντάδες επιπλωμένα δωμάτια και διαμερίσματα, αρκετές ψαροταβέρνες και εστιατόρια και πολλά νεανικά κλαμπ και χορευτικά κέντρα. Παράλληλα, το δημοτικό κάμπινγκ που βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα, υποδέχεται κάθε χρόνο χιλιάδες φίλους της κατασκήνωσης και της απλούστερης μορφής διακοπών. Περα απο όλα αυτά, βέβαια, υπάρχουν κι άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία που μπορούν να τραβήξουν την προσοχή του παραθεριστή – επισκέπτη, όπως τα βυζαντινά μνημεία που υπάρχουν έξω απο το χωριό.

Το Στόμιο, που παλαιότερα ήταν γνωστό με την τουρκική ονομασία του, Τσάγεζι (στόμιο του ποταμού), είναι ζωντανό χωριό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ωστόσο, το καλοκαίρι οι αφορμές για διασκέδαση είναι αρκετές, ενώ δεν λείπουν και τα διάφορα χαπενινγκ.

Ο Παλαιόπυργος, στα πόδια του Ολύμπου, αγκαλιασμένος απο ένα παρακλάδι του Πηνειού και στη μέση μιας εύφορης κοιλάδας, αφήνεται στην ηρεμία του χρόνου και του περιβάλλοντος. Πρίν αρκετά χρόνια, αποτέλεσε το σκηνικό για το γνωστό διήγημα του Α.Καρκαβίτσα “Ο ζητιάνος”. Σήμερα αποτελεί τη γαλήνια επιλογή όσων θέλουν, μακριά απο την πολυκοσμία, να χαρούν τη θάλασσα και το φρέσκο ψάρι.

Ο δρόμος που οδηγεί στον οικισμό του Παλαιοπύργου, μαγεύει τον επισκέπτη, καθώς ξετυλίγεται δίπλα στο ποτάμι και αντικρίζει του ψαράδες να οδηγούν τις βάρκες τους στις απάνεμες όχθες του. Στην κεντρική πλατεία του οικισμού, δεσπόζει απο την τουρκοκρατία η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, ενώ τα γλέντια που γίνονται κάθε χρόνο στις 21 Μαϊου και στις 9 Νοεμβρίου, μένουν αξέχαστα.

Όσο για τους περιπατητές, οι διαδρομές δίπλα στη θάλασσα και το ποτάμι είναι μαγευτικές, όπως και στο δασύλλιο που βρίσκεται στην τοποθεσία Καρατοπράκι.

Το Ομόλιο βρίσκεται ΒΑ του Νομού Λάρισας στους πρόποδες του Κισσάβου, απέχει μόλις 40 χλμ. απο την Λάρισα και γειτονεύει με δύο μαγευτικές περιοχές, την Κοιλάδα των Τεμπών και το Δέλτα του Πηνειού. Πατρίδα του Εύμολου, τόπος συνάντησης της Αμφικτιονίας του Απόλλωνα και μοναδική δίοδος ανάμεσα στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία, κατα την αρχαιότητα έχει να διηγηθεί μια σημαντική ιστορία περισσότερων των 3.000 χρόνων.

Ώς Ομόλη, γνώρισε μεγάλη ακμή τον 4ο π.Χ. αιώνα και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο ως πολιτικό και κοινωνικό κέντρο της εποχής. Εδώ συναντιόταν οι αντιπροσωπείες των Μάγνητων, των Περραιβών και των Φθιωτών (που αποτελούσαν την Αμφικτιονία του Απόλλωνα ή των Τεμπών), εδώ έγιναν οι σημαντικότερες συμφωνίες μεταξύ των Πελασγών, των Μαγνητών, των Μακεδόνων και των Περραιβών, εδώ συνομίλησαν το 172 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας Περσέας με το ρωμαίο Κόιντο Μάρκιο Φίλλιπο.
Η έντονη παρουσία της Αρχαίας Ομόλης, υποδηλώνεται ακόμη απο τη λειτουργία του νομισματοκοπείου της, που ήταν απο τα σπουδαιότερα της κεντρικής Ελλάδας και η ύπαρξη του οποίου, σύμφωνα με ευρύματα φτάνει ώς τον 3ο π.Χ. αιώνα. Έτσι δεν είναι τυχαίο που αρκετοί συγγραφείς, όπως ο Στράβωνας, ο Παυσανίας και ο Απολλώνιος, χαρακτηρίζουν στα γραπτά τους με το όνομά της Ομόλης ολόκληρο το βόρειο τμήμα της Όσσας.

Τα ερείπια της αρχαίας Ομόλης, που σώζεται ακόμη και σήμερα – κοντά στο χωριό, όπου και το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία – παρουσιάζουν σημαντικό ενδιαφέρον, ενώ τα ευρήματα απο ανασκαφές που έγιναν, φιλοξενούνται σήμερα στο Μουσείο του Βόλου και σε άλλα μουσεία της Ελλάδας. Ιστορικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και το πέτρινο γεφύρι του Ομολίου, στη θέση Περαταριά – που γεφύρωνε τον Πηνειό με 13 τόξα σε μήκος 200 μ. και αναστηλώθηκε απο τον Οσμάν Πασά το 1730.
Στη γή του Ομολίου αναπαύεται και ο πρωτεργάτης του αγροτικού κινήματος Μαρίνος Αντύπας. Απο τους πρώτους ηγέτες της σοσιαλιστικής ιδέας στην Ελλάδα, ο Αντύπας δολοφονήθηκε το 1907 στον Πυργετό, στη διάρκεια του αγώνα του για απαλλοτρίωση των τσιφλικιών στη Θεσσαλία. Ο Δήμος Ευρυμενών, στο απέριττο μνημείο που έχει στηθεί στο Ομόλιο, πραγματοποιεί κάθε χρόνο εκδηλώσεις στη μνήμη του μεγάλου αγωνιστή.

Το χωριό είναι κτισμένο στους πρόποδες του Μαυροβουνίου. Βορειοδυτικά του χωριού βρέθηκε η θέση νεολιθικού οικισμού. Αλλα ευρήματα προέρχονται από την εποχή της Χαλκοκρατίας, ενώ τα ευρήματα των ιστορικών χρόνων είναι της Τουρκοκρατίας. Λίγο πριν φθάσουμε στο χωριό συναντούμε τα ευρήματα ενός βυζαντινού ναού, πιθανόν του 9ου αι., που είναι ο μισός θαμμένος κάτω από το δρόμο.Στο τμήμα του ναού που έχει αποκαλυφθεί σώζεται τάφος της περιόδου των Καταλανών. Το παλιό χωριό, η Κουκουράβα (όνομα πιθανόν σλάβικο), βρισκόταν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας στο βουνό, σε υψόμετρο 450μ, πάνω από την Κάρλα και συνδεόταν μαζί της με πετρόχτιστο μονοπάτι, το οποίο σώζεται έως σήμερα σε αρίστη κατάσταση. Στις εκκλησίες και τα ξωκλήσια του χωριού, που τα περισσότερα έχουν κτιστεί κατά τον 18ο αιώνα, σώζονται καταπληκτικές αγιογραφίες.

 Το παλιό χωριό Κουκουράβα εγκαταλείφθηκε για πρώτη φορά στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και οι κάτοικοι του εγκαταστάθηκαν και έζησαν σε παράγκες στη Λάρισα για τρία περίπου χρόνια, μέχρι και το 1950. Με την επιστροφή τους οι περισσότεροι έχτισαν τα σπίτια που είχαν καεί και συνέχισαν την ζωή τους στο χωριό. Όμως μία με δύο οικογένειες αποφάσισαν να χτίσουν τα σπίτια τους στην παρακάρλια περιοχή «Καλύβια» (η σημερινή Κάτω Αμυγδαλή). Ο βασικός λόγος εγκατάλειψης , η οποία ολοκληρώθηκε σταδιακά μέχρι το 1972, ήταν η έλλειψη συγκοινωνίας-δρόμου.

Οι Κουκουραβίτες εκείνα τα χρόνια καλλιεργούσαν μικρές εκτάσεις γης με αμπέλια και αμυγδαλιές, έτρεφαν μεταξοσκώληκες, ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και την υλοτομία και αρκετοί με την αλιεία στη λίμνη Κάρλα. Μετά την αποξήρανση της Κάρλας και την κατοχή μεριδίων γης άλλαξε η επαγγελματική τους απασχόληση και οι περισσότεροι στράφηκαν σε καλλιέργειες όπως αυτή του βαμβακιού.

Το χωριό Δήμητρα ήταν η έδρα του Δήμου Λακέρειας. Το παλιό όνομα του χωριού είναι Τζιούξανη.

Νοτιοανατολικά του χωριού βρέθηκε μαγούλα, στην κορυφή της οποίας υπάρχει τύμβος της κλασικής εποχής.Στη στροφή του δρόμου προς Νότια, ανάμεσα στη Δήμητρα και το χωριό Γερακάρι, σώζεται ο μικρός ναός του Αγίου Νικολάου του “Φονιά”, οι λόφοι πίσω από τον οποίο ταυτίζονται από ορισμένους ερευνητές με τους Δίδυμους Κολωνούς, κοντά στους οποίους εντοπίζεται πιθανόν η θέση της αρχαίας Λακέρειας. Σώζεται το παλιό σχολείο του χωριού, που χρονολογείται στα τέλη του 19 ου αιώνα. Στις αρχές του 20ου αιώνα(1907-1909) το χωριό επικοίστηκε με πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία.

Η θέση του κατοικείται συνεχώς από τη Νεολιθική εποχή.Λατομείο μαρμάρου λειτούργησε στα βόρεια του οικισμού κατά τη Μακεδονική περίοδο και τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Από το λατομείο αυτό προέρχονται επιτύμβιες στήλες, επιγραφές και μάρμαρα για τα αρχαία θέτρα της Λάρισας και των Παγασών. Ρωμαϊκά θα πρέπει να είναι και τα ερείπια λουτρών στη θέση Χαμάμια. Το βυζαντινό κάστρο του Καστρίου πατά πάνω στα θεμέλια αρχαίου ελληνικού τείχους και από την ίδια του τη θέση, κατά το Ν. Νικονάνο «μπορούσε να ελέγχει τον κάμπο της Λάρισας, την είσοδο στην πεδιάδα της Αγιάς και το δρόμο προς τα Κανάλια και το Βόλο». Μέσα στο χώρο του κάστρου βρίσκεται ο ναός του Αγ. Γεωργίου (12ος-13ος αι.).

Το καστρί ταυτίζεται από τους ερευνητές με τις αρχαίες πόλεις Κερκίνειο ή Άμυρο, με τη βυζαντινή Κέστριτζα και με το Καστρίτσικιόι ΄Κεσσερίτς κιόι της Τουρκοκρατίας.

Το χωριό βρίσκεται στους πρόποδες του Κισσάβου. Το παλιό όνομα του χωριού είναι Μαρμάργιανη.

Αξιόλογο μνημείο αποτελούσε το σταυροπηγιακό μοναστήρι των Μαρμαριανών, που οφείλει το όνομά του – όπως και το ίδιο το χωριό – στο λατομείο μαρμάρου στο Μόψιον όρος, 3 χιλ. μακρύτερα. Κοντά στο μοναστήρι των Μαρμαριανών η σύγχρονη έρευνα τοποθετεί τη βυζαντινή Χάρμαινα, όπου γνωρίζουμε πως υπήρχε ένα άλλο μοναστήρι, της Παναγίας. Το οποίο δωρίθηκε το 1277 στο μοναστήρι της Μακρυνίτισσας. Σώζονται επίσης αρκετοί νερόμυλοι και έχουν ανασκαφεί τάφοι της Μυκηναϊκής εποχής. Το ρέμα που κατεβαίνει από τον Κίσσαβο και διαρέει το χωριό είναι απαράμμιλης φυσικής ομορφιάς, πνιγμένο στα πλατάνια, σχηματίζοντας μικρές φυσικές λιμνούλες.

Το γραφικό χωριό Ανατολή του Δήμου μας είναι κτισμένο στις πλαγιές του Κισσάβου, σε ύψος 950μ. Δυτικά του χωριού και σε απόσταση 3,5χιλ. .το γυναικείο μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, που ιδρύθηκε το 1550 από τον Όσιο Δαμιανό, βρίσκεται σε ένα υπέροχο φυσικό μπαλκόνι του Κισσάβου (1.000μ) με θέα όλο το Θεσσαλικό Κάμπο. Η Μονή αναπτύσσει αξιόλογη οικολογική και αγροτουριστική δράση. Από τη Μονή αλλά και από το χωριό ο επισκέπτης μπορεί να συνεχίσει προς την κορυφή του Κισσάβου, όπου βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία απολαμβάνοντας μια μαγευτική διαδρομή .

Τρία σημαντικά μνημεία βρίσκονται στην περιφέρεια του χωριού (Ανατολής) – το μοναστήρι του Προδρόμου που ιδρύθηκε το 1550 από το Θεσσαλό νεομάρτυρα Δαμιανό Μυριχοβίτη, το κατά πληροφορίες 30 χρόνια παλαιότερο μοναστήρι της Παναγίας και το μετόχι του Προδρόμου «Αγ. Παντελεήμων» (1641).

Το Δημοτικό Διαμέρισμα της Μελιβοίας περιλαμβάνει τους οικισμούς Μελιβοία, Βελίκα , Κουτσουπιά, Παλιουριά και Κόκκινο Νερό Μελιβοίας.

Η Μελιβοία είναι κτισμένη στις παρυφές της Όσσας σε ένα φυσικό μπαλκόνι με θέα το Αιγαίο πέλαγος. Το όνομά της είναι συνδεδεμένο με την ιστορία, αφού την αρχαιότερη αναφορά του οικισμού τη συναντούμε στα τέλη της βυζαντινής εποχής.

Το παλιότερο όνομα του χωριού ήταν Αθανάτη λόγω των πολλών κακουχιών που υπέστησαν οι κάτοικοι ανά τους αιώνες.

Σε Μελιβοία μετονομάστηκε το 1920. Το κρασί και το μετάξι είχαν κάνει ονομαστή τη Μελιβοία στη γύρω περιοχή.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι οι βυζαντινές αλλά και οι νεότερες εκκλησίες: της Κοίμησης της Θεοτόκου (1800), της Αγ. Παρασκευής, του Προφ. Ηλία, της Αγ. Κυριακής και του Αγ. Θωμά.

Στον οικισμό της Βελίκας συναντά κανείς την Ιερά Μονή του Ιωάννου του Θεολόγου, την εκκλησία της Παναγίας (12ος-13ος αι), των Αγ. Αποστόλων και του Τιμίου Προδρόμου. Το χωριό πανηγυρίζει στις 8 Μαίου, στις 30 Ιουνίου, στις 26 Ιουλίου και του Αγ. Θωμά.

Η Σκήτη είναι χωριό ορεινό (υψ.350μ), βρίσκεται πάνω στον παλιό δρόμο Αγιάς-Αγιοκάμπου και περιλαμβάνει τους οικισμούς Αγιοκάμπου και Πολυδενδρίου.Απέχει 45χλμ απο τη Λάρισα.

Κρίνοντας από το όνομα του χωριού μπορούμε να υποθέσουμε ότι στην ευρύτερη περιοχή ασκήτευαν μοναχοί. Αυτό μαρτυρούν άλλωστε τα δύο ασκηταριά των Αγ.Αναργύρων, ένα από τα μοναστήρια του “όρους των Κελλίων”, που βρίσκονται 1χλμ. ΒΔ της Σκήτης και που έχουν αγιογραφηθεί ανάμεσα στον 12ο και στον 16ο αιώνα μ.Χ.

Κοντά στην Σκήτη θεωρείται ότι βρίσκονταν η αρχαία Μελιβοία, η πατρίδα του Φιλοκτήτη που ήταν διάσημη για την παραγωγή πορφυρής βαφής (purpura Meliboiae). Στα ΒΔ του χωριού εντοπίστηκαν ερείπια φρουρίου, το οποίο πιθανότατα ταυτίζεται με την Βυζαντινή Κενταυρόπολη. Η πόλη ήλεγχε τον δρόμο που οδηγούσε από τον σημερινό Αγιόκαμπο στη Αγιά και έπαιξε σημαντικό ρόλο ως οχυρή θέση για τους πληθυσμούς των παραλίων κατά τη διάρκεια των πρώτων βαρβαρικών επιδρομών (3ος – 4ος αιώνας μ.Χ.) και αργότερα των Σλάβων και Σαρακηνών (6ος αιώνας μ.Χ.).

Σήμερα η Σκήτη αποτελεί έναν ιδανικό τουριστικό προορισμό για όλες τις εποχές του χρόνου καθώς συνδυάζει με περισσή ομορφιά βουνό και θάλασσα. Το χωριό είναι πνιγμένο κυριολεκτικά στο πράσινο μιας και δάση απο καστανιές και πλατάνια υπάρχουν σε αφθονία. Η απέραντη παραλία του Αγιόκαμπου απέχει μόλις 7χλμ από το χωριό. Ο επισκέπτης μπορεί να περιπλανηθεί στη γραφική πλατεία, να απολαύσει σπίτια παραδοσιακά με κήπους ολάνθιστους, να κάνει βόλτες στα γραφικά δρομάκια του παραδοσιακού οικισμού και να αγναντέψει την απεραντοσύνη του Αιγαίου από τον Προφήτη Ηλία, το ψηλότερο σημείο του χωριού.

Το Σκλήθρο είναι χτισμένο στο κατάφυτο Μαυροβούνι ανάμεσα στον Κίσσαβο και το Πήλιο. Συνδυάζει το βουνό και τη θάλασσα και αποτελεί αγαπημένο προορισμό για κάθε φυσιολάτρη.

Το Σκλήθρο ιδρύθηκε στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στη σημερινή φύσει οχυρή θέση του, ώστε να αποφεύγονται οι πειρατικές επιθέσεις. Μάλιστα η τοπική παράδοση αναφέρει πως στη θέση του υπήρχε ένα αιωνόβιο σκλήθρο, το οποίο του έδωσε το όνομα που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα.

Με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο Ελληνικό κράτος το 1881 διοικητικά ανήκε στο δήμο Κασθαναίας. Έπειτα αποτέλεσε αυτόνομη κοινότητα Σκλήθρου έως το 1998 που συνενώθηκε στον Καποδιστριακό δήμο Μελιβοίας.

Από τα τέλη του 2010 αποτελεί Δημοτικό διαμέρισμα του δήμου Αγιάς. Βρίσκεται στα ανατολικά παράλια του Νομού Λάρισας σε απόσταση 67,5 χλμ από Λάρισα και 15 χλμ από τον Αγιόκαμπο.

Το Δημοτικό Διαμέρισμα της Σωτηρίτσας περιλαμβάνει τον οικισμό της Σωτηρίτσας και Άνω Σωτηρίτσας.

 Το χωριό Σωτηρίτσα είναι κτισμένο στις πλαγιές της ΝΑ Όσσας. Το παλαιό όνομα του χωριού ήταν Κάπιστα και είναι σλαβόφωνο (σημαίνει Εξωκλήσι). Στην πραγματικότητα μόνο ένας μικρός μεταβυζαντινός ναός αφιερωμένος στο Σωτήρα Χριστό υπάρχει βορειότερα σε ένα πλάτωμα της Όσσας, ωστόσο διάφορα ευρήματα στην περιοχή δείχνουν πως στην ίδια θέση θα πρέπει να υπήρχε μεσοβυζαντινό μοναστήρι. Λιθόστρωτα, ξωκλήσια, παλαιοχριστιανικά ευρήματα και η παραδοσιακή ατμόσφαιρα που διατηρείται έντονα στο χωριό, συνθέτουν την εικόνα ενός τόπου που θέλει να κρατήσει το χρώμα του, γεγονός που το αποδεικνύουν και τα πολλά αναπαλαιωμένα σπίτια.

To χωριό βρίσκεται στις παρυφές του Κισάβου και σε υψόμετρο 325 μέτρων και σε απόσταση 43 χιλιομέτρων από την Λάρισα μέσω του επαρχιακού δρόμου Λάρισας Αγιάς.

Από τα παράλια του Δήμου Μελιβοίας απέχει 6 χιλιόμετρα μέσω του παραλιακού οικισμού Σωτηρίτσας.

Έχει 35 μόνιμους κατοίκους και 200 εποχιακούς, που την τελευταία δεκαετία αγοράσανε παλαιά σπίτια τα οποία τα ανακατασκευάσανε – αναπαλαιώσανε.

Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν 7 οικογένειες που εγκαταστάθηκαν πριν 200 χρόνια και ασχολήθηκαν με την υλοτόμηση της Βαλανιδιάς κ.λ.π. (στοιχεία από αναφορά Γάλλου περιηγητή). Στην συνέχεια γύρω στο 1880 υπήρξε συνεταιρισμός υλοτόμων Κάπιστας (στοιχεία από φάκελο του υπουργείου Γεωργίας). Κύριο εισόδημα των κατοίκων (το έτος 1933 περίπου 500) ήταν από την κτηνοτροφία, την καλλιέργεια Αμπελιών, Ελιών, την εκτροφή μεταξοσκώληκα.

Η περιοχή της Σωτηρίτσας υπήρξε Τσιφλίκι το οποίο απαλλοτριώθηκε το έτος 1931 και παραχωρήθηκε κλήρος στον τότε σύλλογο ακτημόνων μετά από μεγάλους μακροχρόνιους και αιματηρούς αγώνες των τότε κατοίκων αρχικά κατά του Πασά και μετέπειτα με τον τσιφλικά (Αλέξανδρο Ζούλια).

Την 10ετία του 70′ το χωριό εγκαταλείφθηκε σιγά – σιγά και οι κάτοικοι μετανάστευσαν. Οι περισσότεροι κάτοικοι κατέβηκαν στην παραλία όπου βρίσκονται και οι περισσότερες αγροτικές τους ασχολίες και εκεί δημιουργήθηκε ο παραλιακός οικισμός Σωτηρίτσας.

Ο Δήμος